Στην Πόλη του Μεξικού έπρεπε να παρθεί η οριστική απόφαση. Και τελικά, για ακόμα μια φορά, αφουγκράστηκα την καρδιά μου και όχι την λογική και ανταποκρίθηκα ολόψυχα στο κάλεσμα της μακρινής Αλάσκας.
Εδώ και λίγες μέρες στο μυαλό μου στριφογύριζε επίμονα η ιδέα για έναν επαναπροσδιορισμό της διαδρομής του «PANAMERICAN CROSSING». Μετά το Μεξικό, σειρά είχαν οι Η.Π.Α να ανοίξουν τα σύνορά τους στην πανύψηλη ΚΤΜ και τον αναβάτη της. Ουσιαστικά, το ταξίδι θα έμπαινε στην τελική ευθεία, αφού η Νέα Υόρκη δεν ήταν πλέον μακριά – απείχε από τα σύνορα 3.800 χλμ.
Εντάξει, η αμερικανική μεγαλούπολη ήταν ο καβαφικός προορισμός, αλλά εγώ σκεπτόμουν να πάω κάπου αλλού πριν καταλήξω εκεί. Ήθελα διακαώς να συνεχίσω την πορεία μου βόρεια και να φτάσω στην Αλάσκα. Ναι, ήθελα να βάλω ρόδα στην βόρεια εσχατιά της αμερικανικής ηπείρου, ενώνοντας οδικά τα δυο γεωγραφικά άκρα της Αμερικής. Από την Αργεντινή στην Αλάσκα… Όπως τότε, πριν από 15 χρόνια. Το ήθελα πολύ, σαν «κολασμένος»!
Στην Πόλη του Μεξικού έπρεπε να παρθεί η οριστική απόφαση. Και τελικά, για ακόμα μια φορά, αφουγκράστηκα την καρδιά μου και όχι την λογική και ανταποκρίθηκα ολόψυχα στο κάλεσμα της μακρινής Αλάσκας. Αλλαγή πορείας λοιπόν για την «Μεγάλη Χώρα» των γηγενών Ινουίτ (Εσκιμώων), Αλουίτ και Αθαμπάσκανς. Έτσι, με αφετηρία την μεξικάνικη πρωτεύουσα και ενδιάμεσο προορισμό την Αλάσκα, είχα να διατρέξω περίπου 13.700 χλμ. μέχρι να αντικρίσω τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης.
Σύμφωνα με το νέο οδικό πλάνο, το «PANAMERICAN CROSSING» θα άγγιζε συνολικά τα 28.000 χλμ. – μιλάμε για την απόλυτη παράνοια χιλιομέτρων! Η διαδρομή μέσα στις Η.Π.Α επανασχεδιάστηκε, στο παιχνίδι του χάρτη μπήκε και ο Καναδάς, ενώ η αντιπροσωπεία της ΚΤΜ στην Πόλη του Μεξικού κατέβαλε κάθε προσπάθεια ώστε το μαύρο «άτι» να είναι πανέτοιμο για το ταξίδι προς τον μακρινό αμερικανικό βορρά…
Ο πόλεμος των ναρκο-καρτέλ
Πριν αποχαιρετήσω την μεξικανική πρωτεύουσα, είχα να τακτοποιήσω μια μικρή εκκρεμότητα – χρωστούσα στον εαυτό μου μια γνωριμία με τα κυριότερα αξιοθέατα της πόλης. Έτσι, με τον χάρτη παραμάσχαλα, με αίθριο καιρό και μεγάλη όρεξη για περπάτημα, πήρα «σβάρνα» πλατείες, εκκλησίες και μουσεία. Το ιστορικό κέντρο με τον Καθεδρικό ναό και το Προεδρικό μέγαρο, η μουσική πλατεία Plaza Garibaldi (γνωστή για τις παραδοσιακές καντάδες που γίνονται στους δεκάδες ερωτευμένους που την κατακλύζουν), το Εθνικό-Ιστορικό Μουσείο, η πλατεία Επανάστασης, η εκκλησία της Παναγίας της Γουαδελούπης (το πιο φημισμένο θρησκευτικό προσκύνημα του Μεξικού – όπως λέμε “Παναγία της Τήνου”) και οι Πυραμίδες Teotihuacan (50 χλμ. βορειοανατολικά της πρωτεύουσας) έγιναν ψηφιακές αναμνήσεις στην κάρτα της φωτογραφικής μηχανής.
Φορτωμένος με πολύ άγχος και αδιόρατες φοβίες, ξεκίνησα εκείνο το μουντό πρωινό για τα βόρεια της χώρας. Αιτία, οι ειδήσεις στα τοπικά Μ.Μ.Ε σχετικά με τα αυξημένα κρούσματα αστικής εγκληματικότητας και τις μαζικές δολοφονίες που είχαν σημειωθεί τα τελευταία εικοσιτετράωρα σε πολλά σημεία και πόλεις του μεξικάνικου βορρά. Αποκεφαλισμένα πτώματα, ομαδικοί τάφοι, απαγωγές, εν ψυχρώ εκτελέσεις μέρα-μεσημέρι… Πού πάω βρε μεγάλε; Στο στόμα του λύκου; Την γλίτωσα στην Κολομβία και να την πάθω στο Μεξικό;
Όλο αυτό το κύμα βίας που σάρωνε το Βόρειο Μεξικό συνδεόταν με το οργανωμένο έγκλημα και αποσκοπούσε στον έλεγχο της διακίνησης των ναρκωτικών προς την γείτονα χώρα. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, από τον Δεκέμβριο του 2010, περισσότεροι από 34.600 άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους σε συγκρούσεις ανάμεσα σε αντίπαλα καρτέλ ναρκωτικών.
Τελικά, τίποτα απολύτως δεν μου συνέβη στα 1.100 χλμ. που διέτρεξα από την Πόλη του Μεξικού ως τα σύνορα των Η.Π.Α., στην πολιτεία του Τέξας. Ποιος θα αφήσει τώρα τα εκατομμύρια ναρκο-δολάρια και την λευκή κοκαΐνη για να ασχοληθεί μ’ έναν ταλαίπωρο σκονισμένο μοτο-ταξιδιώτη, που το πολύ-πολύ να είχε πάνω του 600-800$; Αυτό δεν σήμαινε όμως ότι δεν τηρήθηκαν κατά γράμμα οι πολύτιμες νουθεσίες του φίλου Χοσέ από την Κολομβία.
Έτσι, χωρίς δυσάρεστες συναντήσεις και απρόοπτα, διέσχισα μέσα σε δυο μέρες τις άγονες εκτάσεις της μεξικανικής ερήμου (αποτελεί την συνέχεια της μεγάλης βορειοαμερικανικής ερήμου, η οποία απλώνεται στις πολιτείες Τέξας, Αριζόνα, Νεβάδα και Καλιφόρνια), σφράγισα το διαβατήριό μου στα σύνορα του ποταμού Rio Grande και πέρασα με μια γκαζιά ανακούφισης στην «Γη της Επαγγελίας». Φυσικά, δεν ξέχασα να πάρω πίσω τα 500$ που είχα καταβάλει στα σύνορα Γουατεμάλα – Μεξικού, ως εγγύηση για την είσοδο της μοτοσυκλέτας στη χώρα.
Οδηγώντας στον θρυλικό “ROUTE 66”
Η διαδρομή μου στις Η.Π.Α (2.900 χλμ) σχεδιάστηκε με σκοπό να οδηγήσω για κάποιες εκατοντάδες χιλιόμετρα πάνω στον “ROUTE 66”, τον πιο διάσημο ίσως δρόμο του κόσμου. Από το 1926 που ολοκληρώθηκε η κατασκευή του, και για πολλές δεκαετίες, ο “ROUTE 66” αποτελούσε την οδική διέξοδο εκατομμυρίων Αμερικανών που αναζητούσαν μια καλύτερη τύχη στις εύφορες δυτικές ακτές της χώρας, με την ελπίδα να ανακαλύψουν εκεί το δικό τους «Ελ Ντοράντο».
Αυτός ήταν ο κυριότερος λόγος για τον οποίο ο “ROUTE 66” (ή αλλιώς “Mother Road”) αγαπήθηκε με πάθος από τους Αμερικανούς, έγινε τραγούδι, κινηματογραφική ταινία, τηλεοπτική σειρά, μύθος… Σήμερα, ο θρυλικός δρόμος του νόστου και του ονείρου, αποτελεί ένα «αντικείμενο πόθου» για τους ρομαντικούς road runners όλου του κόσμου.
Χωρίς υπερβολές, ήταν στιγμές που ένιωθα σαν να πρωταγωνιστούσα στην ταινία «Easy Rider» – με την μόνη διαφορά ότι δεν οδηγούσα μια απαστράπτουσα Harley, αλλά μια πανύψηλη ΚΤΜ.
Προκειμένου να ανταμώσω το ασφάλτινο ίχνος του “Mother Road”, αμέσως μετά την συνοριακή πόλη Laredo κατευθύνθηκα βόρεια με προορισμό την πόλη Amarillo του Τέξας, μια σημαντική πόλη-σταθμός στην διαδρομή του “ROUTE 66”. Εδώ, όλοι οι ταξιδιώτες του “ROUTE 66” στο Τέξας θεωρούν must ένα γεύμα στο πιο γνωστό μπριζολάδικο (Steakhouse) όλης της πολιτείας, το “The Big Texan Steak Ranch”. Ποια ήταν η ατραξιόν του μαγαζιού, που διέθετε αυθεντικό ντεκόρ και γεύσεις άγριας Δύσης; Όποιος κατάφερνε μέσα σε μια ώρα να φάει μια τεράστια μπριζόλα των 70 oz (2 kg), μαζί με τα συνοδευτικά της, την κερνούσε το κατάστημα! Προσωπικά, δεν το τόλμησα, γιατί μάλλον θα την πλήρωνα…
Το άλλο αξιοθέατο της Amarillo ήταν το “Cadillac Ranch” («Αγρόκτημα των Κάντιλακ»). Μέσα στο αγρόκτημά του, ο εκκεντρικός εκατομμυριούχος Stanley Marsh «φύτεψε» κυριολεκτικά δέκα Κάντιλακ, δημιουργώντας έτσι το πρώτο σουρεαλιστικό μνημείο του αμερικανικού διαπολιτειακού δρόμου. Όντως, ήταν κάτι το εξαιρετικά πρωτότυπο και μοναδικό, που άξιζε την επίσκεψη…
Μέσα στις επόμενες δυο μέρες, οδηγώντας 950 χλμ. δυτικά πάνω στον “ROUTE 66” (μέσα από τις πολιτείες Νέο Μεξικό και Αριζόνα), αναζήτησα το πνεύμα της ιστορικής διαδρομής, το οποίο παραμένει ζωντανό μέσα από τα πάμπολλα αξιοθέατα που υπήρχαν καθοδόν. Κλειστά βενζινάδικα με σκουριασμένες αντλίες, ξενοδοχεία και μοτέλ με χαρακτηριστικές επιγραφές νέον, cafes και εστιατόρια με διακόσμηση που παρέπεμπε στις δεκαετίες 1950 και 1960 και καταστήματα «φορτωμένα» με αμέτρητα αναμνηστικά του νοσταλγικού δρόμου, μου χάρισαν εικόνες οικείες από το σελιλόιντ της δεκαετίας του 1960. Χωρίς υπερβολές, ήταν στιγμές που ένιωθα σαν να πρωταγωνιστούσα στην ταινία «Easy Rider» – με την μόνη διαφορά ότι δεν οδηγούσα μια απαστράπτουσα Harley, αλλά μια πανύψηλη ΚΤΜ.
Η μικρή πόλη Tucumcari ήταν η πιο αντιπροσωπευτική πρόταση του “ROUTE 66” στο Νέο Μεξικό. Με πάμπολλες πινακίδες νέον, διαφημιστικά πόστερ και αυθεντικά κτίρια εποχής, αποτελούσε μια από τις αγαπημένες στάσεις των ταξιδιωτών του “ROUTE 66” στο Νέο Μεξικό. Γι’ αυτό και δεν πίστευα στην τύχη μου που κατάφερα και βρήκα ελεύθερο δωμάτιο στο φημισμένο μοτέλ της πόλης “Blue Swallow Motel”, το οποίο εξυπηρετεί τους ταξιδιώτες του ιστορικού δρόμου από το 1939 ως σήμερα.
Λίγο πιο δυτικά, στην άγονη γη της Αριζόνας, ένα μεγάλο κομμάτι της αυθεντικής διαδρομής του “ROUTE 66” περνούσε από τις κωμοπόλεις Williams, Ash Fork, Selligman, Hackberry και Kingman. Στην Ash Fork των 450 κατοίκων επισκέφθηκα το Μουσείο “Ash Fork Route 66 Museum”, στην μικρή Hackberry έκανα μια στάση για refresh στο μαγαζί “Hackberry General Store”, ενώ στην Selligman αγόρασα τα αναμνηστικά μου από το φημισμένο κατάστημα “Angel & Vilma’s Gift Shop”, που βρισκόταν στο κέντρο της γραφικής κωμόπολης.
Ο Angel Delgadillo, ιδιοκτήτης του καταστήματος “Angel & Vilma’s Gift Shop”, τον οποίο και συνάντησα, ήταν o ιδρυτής του οργανισμού «Historic Route 66 Association of Arizona», που συστάθηκε το 1987 με σκοπό την ανάδειξη και προβολή της ιστορικότητας του “ROUTE 66” στην Αριζόνα. Ο ηλικιωμένος Angel ήταν εκείνος που έδωσε αρκετές σημαντικές πληροφορίες και καθοδήγησε τον John Lasseter, τον σεναριογράφο της ταινίας κινουμένων σχεδίων «Cars», να σχηματίσει μια αντιπροσωπευτική εικόνα για τον “ROUTE 66” της δεκαετίας του 1960.
Όσοι έχετε δει την ταινία «Cars», θα διαπιστώσατε ότι τόσο το σενάριο της ταινίας, όσο και οι πρωταγωνιστές-καρτούν, έχουν άμεση σχέση με τον “ROUTE 66”. Επίσης, μεγάλο μέρος της πλοκής διαδραματίζεται στο χωριό Radiator Springs, που πολλοί το ταυτίζουν με την κωμόπολη Selligman του Angel Delgadillo.
Στην πρωτεύουσα του τζόγου
Σκοπός μου όμως δεν ήταν να διατρέξω όλον τον “ROUTE 66”, αλλά να πάω στην Αλάσκα. Έτσι, στην Αριζόνα, στο ύψος της κωμόπολης Kingman, αποχαιρέτησα τον “ROUTE 66” και στράφηκα βόρεια προς τα σύνορα του Καναδά.
Το ταξίδι μου στις Η.Π.Α., είτε σε αυτοκινητόδρομους είτε σε δευτερεύοντες οδικούς άξονες, ήταν σκέτη απόλαυση. Τέλειοι κατασκευαστικά δρόμοι, κατατοπιστικότατη σήμανση, υποδειγματική εξυπηρέτηση, προσεκτικοί οδηγοί… Παράλληλα, η χαμηλή τιμή των καυσίμων, σε συνδυασμό με την έλλειψη διοδίων στους διαπολιτειακούς αυτοκινητοδρόμους (Interstate), λειτούργησαν ευεργετικά για την επιβαρημένη οικονομική κατάστασή μου, η οποία υπαγόρευσε άλλωστε και τις επιλογές των διανυκτερεύσεών μου στα φθηνότερα μοτέλ του δρόμου.
Στην διαδρομή προς την καναδέζικη μεθόριο, στο δρόμο μου βρέθηκε το “Fabulous” Λας Βέγκας, που με προσκάλεσε να παίξω στα καζίνο του. Δεν αρνήθηκα, αφού ήθελα κι εγώ να γευτώ (πάντα με σύνεση και αυτοσυγκράτηση) την χλιδή και την πολυτέλεια αυτής της «αμαρτωλής» πόλης. Γνωρίζοντας ότι οι μεγαλύτερες αλυσίδες ξενοδοχείων του Λας Βέγκας κάνουν εξαιρετικές προσφορές προκειμένου να διατηρήσουν υψηλά τα επίπεδα πληρότητας, κατάφερα και έκλεισα σε πεντάστερο ξενοδοχείο με μόλις 29$ την βραδιά. Σκέτη τρέλα! Σημαντική λεπτομέρεια: αυτές οι προσφορές ίσχυαν μόνο για τις μέρες Τρίτη-Πέμπτη, ενώ τα Σαββατοκύριακα η τιμή εκτοξευόταν στα ύψη.
Στο Λας Βέγκας, την παγκόσμια πρωτεύουσα του τζόγου, του φωταγωγημένου μεγαλείου και της κιτς αισθητικής, τα σημαντικότερα αξιοθέατα ήταν τα ίδια τα θεματικά ξενοδοχεία, που συνωστίζονταν στην περίφημη κεντρική λεωφόρο Strip: “Bellagio”, “Luxor”, “Ceasar‘s Palace”, “Petit France”, “Treasure Island”, “Venetia”, “New York”, “Palms”… Μιλάμε για ξενοδοχειακά μεγαθήρια με φωσφορούχα νέον φώτα, τεράστιες αίθουσες καζίνο, πισίνες, συντριβάνια, σουίτες και πολυτελέστατες εστιατόρια που εξυπηρετούσαν αποκλειστικά την τουριστική βιομηχανία των αισθήσεων του Λας Βέγκας και τα οποία μ’ έβαλαν μέσα σ’ έναν κόσμο εικονικής πραγματικότητας. Τι εμπειρία κι αυτή…
…στην Αλάσκα θα εύρισκα αυτό που έψαχνα, αφού σε κανένα άλλο σημείο του πλανήτη η φύση δεν είναι τόσο γενναιόδωρη και δεν προσφέρει με τόση απλοχεριά τα καταπράσινα θέλγητρά της…
Στην κατοπινή πορεία της μαύρης ΚΤΜ προς τα καναδέζικα σύνορα, μετά το Λας Βέγκας παρεμβλήθηκε η πόλη Salt Lake City. Μια στάση στην πρωτεύουσα της πολιτείας Utah ήταν επιβεβλημένη για να δω και να φωτογραφίσω το περίφημο Καπιτώλιο της πόλης, που αποτελούσε πιστό αντίγραφο του αντίστοιχου της Ουάσιγκτον.
Είχαν περάσει δυο ημέρες αφότου άφησα πίσω μου το Λας Βέγκας και οι διαδικασίες στο καναδικό συνοριακό φυλάκιο κοντά στην πόλη Calgary δεν με καθυστέρησαν σχεδόν καθόλου. Το μόνο αρνητικό ήταν ότι τα αδιάβροχα δεν είχαν βγει καθόλου από πάνω μoυ όλη την ημέρα, αφού η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει. Κάπως έτσι λοιπόν, με το ηθικό «βρεγμένο» και το διαβατήριο σφραγισμένο, συνέχισα απτόητος το «PANAMERICAN CROSSING» στον Καναδά.
Μετά το σχετικά αδιάφορο οδικό πέρασμα από τις Η.Π.Α., αναζητούσα κάτι το δυνατό και συναρπαστικό για να ανέβει και πάλι η αδρεναλίνη του ταξιδιού. Ήξερα πάντως ότι στον Βορειοδυτικό Καναδά και στην Αλάσκα θα εύρισκα αυτό που έψαχνα, αφού σε κανένα άλλο σημείο του πλανήτη η φύση δεν είναι τόσο γενναιόδωρη και δεν προσφέρει με τόση απλοχεριά τα καταπράσινα θέλγητρά της. Υπομονή λοιπόν…
The World Famous Alaska Highway
Κάθε φορά που άκουγα για την Αλάσκα, στο νου μου έρχονταν εικόνες με Εσκιμώους μέσα σε ιγκλού, πολικές αρκούδες να τρώνε ψάρια και σκυλιά Huskies να τραβούν έλκηθρα στις παγωμένες εκτάσεις της χώρας. Στο πίσω μέρος του μυαλού μου, η Αλάσκα ήταν ταυτισμένη επίσης με τη γη άπληστων χρυσοθηρών, συνώνυμη της περιπέτειας και του τυχοδιωκτισμού. Μιλάμε για έναν τόπο απελπιστικά μακρινό, όπου ο ήλιος δεν κοιμάται το καλοκαίρι και οι καταθλιπτικές νύχτες του χειμώνα διαρκούν έξι μήνες.
Εκεί ακριβώς κατευθυνόμουν μετά την είσοδό μου στον Καναδά. Την προηγούμενη ωστόσο μέρα, όταν βρισκόμουν ακόμα στις Η.Π.Α, φρόντισα να αντικαταστήσω το πίσω λάστιχο της μοτοσυκλέτας, που πλέον είχε «φάει τα ψωμιά του». Το μπροστινό, αντίθετα, υπολόγιζα να το αλλάξω κάπου στον Κεντρικό Καναδά, καθοδόν για την Νέα Υόρκη.
Στο Καναδά λοιπόν, προσπερνώντας τις πόλεις Calgary και Edmonton, η μαύρη ΚΤΜ με οδηγούσε πλέον βορειοδυτικά, με βασικό προορισμό την κωμόπολη Dawson Creek (600 χλμ. βόρεια της Edmonton). Η πρώτη μου διανυκτέρευση στο Καναδά έγινε στην κωμόπολη Whitecourt (130 χλμ. βόρεια του Edmonton), εκεί όπου ο Γιώργος Παπαδόπουλος ήταν ο άνθρωπος που συνάντησα στην ρεσεψιόν του μικρού ξενοδοχείου. Ιδιοκτήτης του παρακείμενου night-club «VAPOR», είδε την ΚΤΜ με την ελληνική πινακίδα στο πάρκινγκ και με αναζήτησε στο ξενοδοχείο.
Παντρεμένος με Ελληνίδα και πατέρας δυο παιδιών, ο Γιώργος από τον Άσσο Κορινθίας βρέθηκε στον Καναδά σε ηλικία περίπου 21 ετών. Τριανταπέντε χρόνια μετανάστης είναι σίγουρα πολλά, αλλά οι συχνές επισκέψεις στην Ελλάδα ήταν για τον Γιώργο το φάρμακο για την πίκρα της ξενιτιάς. Κάτοχος μιας Harley, ο πρόσχαρος ομογενής μού έδωσε αρκετές χρηστικές πληροφορίες για το δρομολόγιο που θα ακολουθούσα, ενώ στην τρίωρη αντάμωσή μας, η οικονομική-πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα μοιραία μονοπώλησε την συζήτηση. Το όνειρο του Γιώργου; Όταν έρθει ξανά την Ελλάδα να ταξιδέψει παντού, από τον Έβρο ως την Μάνη και από την Ήπειρο ως την Κρήτη, με μια μοτοσυκλέτα. Του το ευχήθηκα ολόψυχα…
Το επόμενο μεσημέρι έφτασα στην Dawson Creek της πολιτείας British Columbia. Με αφετηρία τούτη την κωμόπολη του Βορειοδυτικού Καναδά, θα οδηγούσα πάνω στον περίφημο Alaska Highway, ένας οδικός άξονας μήκους 1.300 μίλια, που αποτελούσε τον Δούρειο Ίππο για την Αλάσκα. Η κωμόπολη Dawson Creek λαμβάνεται ως η επίσημη αφετηρία του Alaska Highway, ενώ το τέλος του σημειώνεται κοντά στην πόλη Fairbanks της Αλάσκας.
Για πολλούς Αμερικανούς και Καναδούς συναδέλφους μοτοσυκλετιστές αποτελεί όνειρο ζωής να οδηγήσουν πάνω στον θρυλικό δρόμο της Αλάσκας. Εγώ πάντως γελούσα ειρωνικά όταν σκεφτόμουν ότι θα έκανα δυο φορές την διαδρομή του Alaska Highway, γιατί έπρεπε από την Αλάσκα να επιστρέψω ξανά στην Dawson Creek, για να κατευθυνθώ κατόπιν ανατολικά προς την Νέα Υόρκη…
Πριν αναχωρήσω από την Dawson Creek, έκανα μια μικρή στάση στο «Zero Mile» (το σημείο απ’ όπου ξεκινά και τυπικά ο δρόμος της Αλάσκας), ενώ δεν παρέλειψα να φωτογραφηθώ μπροστά στην τεράστια πινακίδα που σηματοδοτούσε την αρχή του Alaska Highway. Η επιγραφή «YOU ARE NOW ENTERING THE WORLD FAMOUS ALASKA HIGHWAY» ήταν σίγουρα η πρόκληση για να ζήσω τη δική μου ταξιδιωτική περιπέτεια πάνω στον Alaska Highway, έναν οδικό άξονα που ξεκίνησε να κατασκευάζεται στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, με κοινή στρατιωτική συνεργασία ΗΠΑ-Καναδά. Η κατασκευή του Alaska Highway ξεκίνησε στις 9/3/1942 και ολοκληρώθηκε ύστερα από 8 μήνες και 12 μέρες. Η αρχική διαδρομή ήταν χωμάτινη και εργάστηκαν για την ολοκλήρωσή της περίπου 20.000 Αμερικανοί και Καναδοί στρατιώτες.
Ρόδα στην Αλάσκα για 3η φορά
Oι μικρές κωμοπόλεις Fort St. John και Fort Nelson, με νωχελικούς ρυθμούς καθημερινότητας, ήταν οι σημαντικότεροι σταθμοί στα πρώτα 300 επίπεδα μίλια του Alaska Highway. Στην συνέχεια, το ασφάλτινο ίχνος του ξεκίνησε ένα συνεχές ανεβοκατέβασμα βουνών και οροπεδίων, αφού ο δρόμος διέσχιζε τα Βραχώδη Όρη (Rocky Mountains), τους απόλυτους εξουσιαστές του χώρου. Εκστασιασμένος «κολυμπούσα» μέσα σε μια καταπράσινη θάλασσα από δέντρα, καθώς οδηγούσα σε μια περιοχή με τα πλουσιότερα σε πυκνότητα δάση του Καναδά. Είχα την αίσθηση ότι διάβαζα ένα «ζωντανό» βιβλίο Φυσικής Ιστορίας.
Στην πόλη Watson Lake (650 μίλια βορειοδυτικά του «Zero Mile») έκανα μια μικρή στάση προκειμένου να επισκεφθώ ένα αλλιώτικο δάσος – όχι με έλατα, αλλά με… πινακίδες. Μιλάμε για το «Sign Post Forest», ένα πάρκο της πόλης με περίπου 77.000 πινακίδες.
Όλα ξεκίνησαν το 1942, όταν ένας στρατιώτης που εργαζόταν στην κατασκευή του Alaska Hwy, τοποθέτησε εδώ μια πινακίδα με τις χιλιομετρικές αποστάσεις από τη Νέα Υόρκη, το Σικάγο, το Τόκιο και την Whitehorse. Στα επόμενα χρόνια, οι διερχόμενοι ταξιδιώτες άφηναν καρφωμένες σε πασσάλους, πινακίδες κυκλοφορίας αυτοκινήτων, ταμπέλες πόλεων και οδών της ιδιαίτερης πατρίδας τους, ακόμη και προσωπικά τους αντικείμενα, τα οποία έφερναν μαζί τους γι’ αυτό τον σκοπό.
Έτσι, η αυθόρμητη ενέργεια ενός στρατιώτη είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σταδιακά στην Watson Lake ένα μικρό δάσος πινακίδων απ’ όλο σχεδόν τον κόσμο! Θα μπορούσα φυσικά να ξοδέψω μια ολόκληρη μέρα χαζεύοντας το περιεχόμενο των πινακίδων που υπήρχαν στο πάρκο «Sign Post Forest». Για στιγμή σκέφτηκα να αφήσω κι εγώ για ενθύμιο στο «Sign Post Forest» την πινακίδα κυκλοφορίας της ΚΤΜ…
Περίπου 870 μίλια βορειοδυτικά από το «Zero Mile» με καρτερούσε η πόλη Whitehorse, κτισμένη δίπλα στις όχθες του ποταμού Yukon. Σήμα κατατεθέν της πρωτεύουσας της πολιτείας Yukon αποτελούσε το παροπλισμένο ποταμόπλοιο «S.S.Klondike», ένα από τα ιστορικότερα ποταμόπλοια της περιοχής, που μέχρι το 1936 ταξίδευε στα ποτάμια των απομακρυσμένων περιοχών του βορρά.
Στην Whitehorse παρέμεινα δυο μέρες, γιατί δυστυχώς χρειάστηκα ιατρική περίθαλψη. Φορτωμένος μ’ όλες τις αποσκευές, γλίστρησα και «μέτρησα» όλα τα σκαλοπάτια στο μοτέλ που κατέλυσα – η κούραση των χιλιομέτρων βλέπετε. Εκτός όμως από την περηφάνια μου, τραυματίστηκε και η ωμοπλάτη μου και οι δυνατοί πόνοι με ανάγκασαν να επισκεφθώ το νοσοκομείο της πόλης, έχοντας για συνοδό την Clara, την συμπαθέστατη ιδιοκτήτρια του μικρού μοτέλ.
Ο τραυματισμός ευτυχώς δεν ήταν σοβαρό, μου χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή και μου συστήθηκε ολιγοήμερη ξεκούραση. Μα καλά, για ποια ξεκούραση μιλάμε τώρα; Την επομένη ετοιμάστηκα να συνεχίσω, αλλά η Clara για να με κρατήσει μακριά από την σέλα της ΚΤΜ, μου παραχώρησε δωρεάν το δωμάτιο. Τι να κάνω, έμεινα να ξεκουραστώ άλλη μια μέρα.
Με δυνατούς πόνους στην ωμοπλάτη (ήταν στιγμές που δεν μπορούσα να κρατήσω σταθερά το τιμόνι) κατάφερα τελικά να φτάσω στα σύνορα της Αλάσκας (295 μίλια δυτικά της Whitehorse). Μετά τον συνοριακό έλεγχο, οδήγησα μέχρι τον οικισμό Tok, όπου κατέλυσα σ’ ένα μικρό ξύλινο μπανγκαλόου, μπας και συνέλθω λίγο. Καταλάβαινα ότι χρειαζόμουν ξεκούραση, αλλά με αντίπαλο τον χρόνο, η προοπτική αυτή μάλλον δεν «έπαιζε».
Αν και αρκετά ταλαιπωρημένος, δεν μου έλειπε το κέφι – βρισκόμουν επιτέλους στα γεωγραφικά όρια της Αλάσκας! Σ’ αυτό το πανέμορφο και πλούσιο κομμάτι γης, που πουλήθηκε το 1867 από τους Ρώσους στους Αμερικάνους έναντι του ποσού των 7.200.000 $. Και να σκεφτεί κανείς ότι πολλοί βιάστηκαν να χαρακτηρίσουν τότε τον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών Ουίλιαμ Σιούαρντ (τον μεσολαβητή της αγοροπωλησίας) ως έναν ηλίθιο που αγόρασε… πάγους! Όταν αργότερα όμως ανακαλύφθηκε στην Αλάσκα χρυσός, φυσικό αέριο και πετρέλαιο, τότε άλλαξαν άρδην τα γεωπολιτικά και οικονομικά δεδομένα της περιοχής και η διορατικότητα του Σιούαρντ δικαιώθηκε απόλυτα!
Η Αλάσκα δεν μου ήταν άγνωστη, την είχα «αλώσει» μοτοσυκλετιστικά δυο φορές τα τελευταία 20 χρόνια: το 1996, όταν επιχειρούσα τον «Γύρο του Κόσμου σε 80 Ημέρες… Βόρεια» και έφτασα στην Αλάσκα μετά την υπέρβαση της Σιβηρίας. Όπως και το 2000, όταν κατάφερα να ενώσω οδικά την Γη του Πυρός της Αργεντινής με τον Βόρειο Αρκτικό κύκλο της Αλάσκας….
Τρίτη φορά λοιπόν στην «Μεγάλη Χώρα» των Ινουίτ… Φτάνοντας στον οικισμό Tok, χρειάστηκε να πάρω μια σημαντική απόφαση: ή συνεχίζω πιο βαθειά μέσα στην Αλάσκα (μ’ ότι αυτό συνεπάγεται για το τραύμα μου) ή ξεκουράζομαι εδώ μια μέρα και μετά επιστρέφω ξανά στον Καναδά. Ταλαντεύτηκα πολύ πριν καταλήξω στο σενάριο της επιστροφής – τουλάχιστον είχα βάλει ρόδα στην Αλάσκα, αυτό μετρούσε…
Με συντροφιά τον Alaska Highway, μετά από 4 «επίπονες» μέρες οδήγησης, έφτασα και πάλι στην κωμόπολη Dawson Creek. Μπροστά μου απλώνονταν οι απέραντες πεδιάδες του Καναδά, ενώ περίπου 4.800 χλμ. με χώριζαν από το άγαλμα της Ελευθερίας στη Νέα Υόρκη…
Εναλλακτικό φινάλε
Μετά τον επαναπροσδιορισμό της διαδρομής του «PANAMERICAN CROSSING» που έκανα στην Πόλη του Μεξικού, βρέθηκα να οδηγώ στα κατάφυτα δάση του Βορειοδυτικού Καναδά και της Αλάσκας, «περικυκλωμένος» από το φιλικό αίσθημα μιας πράσινης μαγευτικής φύσης, τ’ οποίο όσο περνούσαν οι ημέρες το επιζητούσα όλο και περισσότερο. Ειλικρινά δεν είχα μετανιώσει καθόλου για την μεγάλη αλλαγή πορείας που πραγματοποίησα, αλλά ούτε και για τα επιπλέον χιλιόμετρα που υποχρεώθηκα να κάνω.
Όταν επέστρεψα και πάλι στην κωμόπολη Dawson Creek, στην αρχή του Alaska Highway, έπιασα τον εαυτό μου να επιζητεί επίμονα ακόμα έναν επαναπροσδιορισμό διαδρομής. Αυτή την φορά όμως ήθελα να μειώσω τα χιλιόμετρα και όχι να τα αυξήσω. Το κοντέρ της μοτοσυκλέτας είχε καταγράψει συνολικά από την αρχή του ταξιδιού 24.000 χλμ. και η σελίδα στο «ημερολόγιο καταστρώματος» έδειχνε την 74η ημέρα. Η αλήθεια είναι ότι είχα αρχίσει πλέον να κουράζομαι (περισσότερο ψυχολογικά παρά σωματικά) και το ταξίδι των 4.800 χλμ. ως την Νέα Υόρκη φάνταζε τώρα ως μια πολύ μακρινή διαδρομή.
Έχοντας ουσιαστικά ολοκληρώσει το ταξιδιωτικό εγχείρημα «PANAMERICAN CROSSING» οδηγώντας την μαύρη ΚΤΜ από την Αργεντινή στην Αλάσκα, δεν ένιωθα πια τόσο πολύ την ανάγκη να φτάσω οπωσδήποτε στη Νέα Υόρκη. Αυτός ήταν άλλωστε ο λόγος που έψαχνα πλέον ένα εναλλακτικό φινάλε για το οδοιπορικό μου. Καλή η Νέα Υόρκη, αλλά τώρα «έπεφτε» λίγο μακριά και η άμμο στην κλεψύδρα του ταξιδιού σύντομα τελείωνε.
Και τελικά προέκυψε το Βανκούβερ, στις ακτές του Ειρηνικού, απ’ όπου μπορούσα να διώξω ατμοπλοϊκώς την πανύψηλη ΚΤΜ για την Ελλάδα. Και τελικά έτσι έγινε, όλα τακτοποιήθηκαν μια χαρά (Dawson Creek – Edmonton – Calgary – Vancouver). Εγώ όμως δεν θα έφευγα για την Ελλάδα από το Βανκούβερ, αλλά μέσω… Νέα Υόρκη. Τι νομίζατε, θα άφηνα την ευκαιρία να μην επισκεφθώ το Big Apple, την μητρόπολη του κόσμου; Άλλωστε, το αεροπορικό εισιτήριο που είχα μαζί μου από την αρχή του ταξιδιού έγραφε “NEW YORK – ATHENS”.
Κάπως έτσι λοιπόν χωρίσαμε με την μαύρη μοτοσυκλέτα. Αυτή Βανκούβερ, εγώ Νέα Υόρκη. Θα βρισκόμασταν πάλι μαζί στην Ελλάδα σε περίπου ενάμιση μήνα. Μέχρι τότε, θα αναπολούσα μόνος μου τις όμορφες στιγμές και τις μοναδικές εικόνες – καρτ-ποστάλ αυτού του ταξιδιού, θα γελούσα με τα απρόοπτα που είχαν συμβεί καθοδόν και με τα μάτια της καρδιάς θα θώπευα και πάλι όλες εκείνες τις ανθρώπινες μορφές που σημάδεψαν το παναμερικανικό οδοιπορικό: τον Χοσέ στην Κολομβία, τον Αλφόνσο και την Μαργαρίτα στο Κίτο, τον Γιώργο Παπαδόπουλο στον Καναδά, τον Jim και την Caroline στον Παναμά, τον Ροντρίγκεζ στη Γουατεμάλα…
Κατά παράδοξο τρόπο, όσο περνούν τα χρόνια, τόσο δυναμώνουν οι τάσεις φυγής που νιώθω. Χρόνο με το χρόνο, θέλω να δραπετεύω όλο και πιο μακριά, όλο και πιο συχνά…
Άλλη μια «ταινία δρόμου» στα μονοπάτια ενός πραγματικά συναρπαστικού τόπου που λέγεται Αμερική είχε τελειώσει. Για περίπου τρεις μήνες έζησα μια ασύλληπτη περιπέτεια αναζήτησης και εξερεύνησης με φόντο την πληθωρική αμερικανική φύση, που με τον δικό της ξεχωριστό τρόπο, πρωτοστάτησε στον ανελέητο «βομβαρδισμό» των αντιθετικών εικόνων, συναισθημάτων και εμπειριών που μου επεφύλασσε ο Νέος Κόσμος.
Και τώρα τι γίνεται μεγάλε; Επιστροφή στην ελληνική πραγματικότητα της καταραμένης μιζέριας και των μνημονίων, πλημμυρισμένος από ανάμεικτα συναισθήματα. Θλίψη για ένα δίτροχο όνειρο που τελείωσε, κρυφή χαρά και προσμονή για το επόμενο που ενδεχομένως θα ζήσω στο άμεσο μέλλον, σε κάποιο άλλο σημείο του κόσμου.
Κατά παράδοξο τρόπο, όσο περνούν τα χρόνια, τόσο δυναμώνουν οι τάσεις φυγής που νιώθω. Χρόνο με το χρόνο, θέλω να δραπετεύω όλο και πιο μακριά, όλο και πιο συχνά… Είναι κάτι που δεν μπορώ να το ερμηνεύσω, αλλά λίγο με νοιάζει. Άλλωστε, τα πάθη στην ζωή δεν ξηγιούνται με την γλώσσα της λογικής. Πόσο μάλλον στην δική μου περίπτωση. Έτσι δεν είναι γιατρέ μου;
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΣΤΟΥΣ ΧΟΡΗΓΟΥΣ
Χωρίς αυτούς, το «PANAMERICAN CROSSING» θα ήταν απλώς μια άσκηση επί χάρτου:
- Στην KTM S.E.E για την παραχώρηση της ΚΤΜ 1190 R Adventure, των αναγκαίων ανταλλακτικών και την τεχνική υποστήριξη.
- Στο ταξιδιωτικό γραφείο «ΜΑRΙΝΕ ΤOURS» για τα αεροπορικά εισιτήρια του αναβάτη.
- Στο κατάστημα φωτογραφικών PHOTOAGORA GR. για την χορηγία του φωτογραφικού εξοπλισμού.
- Στο ειδησεογραφικό site www.newsbeast.gr.
- Στο μοτοσυκλετιστικό site www.bikeit.gr.
- Στο ταξιδιωτικό portal xprgr.com (EXPERIENCE GREECE).
- Στο μηνιαίο περιοδικό μοτοσυκλέτας ΜΟΤΟ.
- Στο κατάστημα ελαστικών RIDER’S SHOP.
- Στην «MOTOR IMPORT», την επίσημη αντιπροσωπεία της ARAI στην Ελλάδα, για την χορηγία ενός κράνους ARAI TOUR –X3.
Στην «LeKare – Designs», και προσωπικά στον κ. Λευτέρη Καρέτσο, για τις υπέροχες αερογραφίες που ζωγράφισε στο κράνος.