ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΣΙΑ
ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΠΟΤΑΓΟΥ ΜΕΡΟΣ Α΄
Με μια λευκή HONDA CB 500 X οραματίστηκα ένα οδοιπορικό 11.000 χλμ. στις χώρες της Κεντρικής Ασίας (Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν, Κιργιστάν), ακολουθώντας τα χνάρια του πρωτοπόρου Έλληνα εξερευνητή Παναγιώτη Ποταγού. Αφετηρία του νέου μου ταξιδιού η Βυτίνα της Αρκαδίας, η γενέτειρα του Παναγιώτη Ποταγού. Παρεμπιπτόντως, φέτος συμπληρώνονται 180 χρόνια από την γέννηση (22/6/1839) του μοναδικού Έλληνα εξερευνητή των νεωτέρων χρόνων.
Στην κεντρική πλατεία της Βυτίνας, μπροστά στην προτομή του Παναγιώτη Ποταγού, ο πρόεδρος της Κοινότητας Βυτίνας κ. Φώτης Κατσούλιας μού παρέδωσε τιμητικά ένα βιβλίο με την βιογραφία του Βυτιναίου εξερευνητή, τ’ οποίο θα με συντροφεύει στο συναρπαστικό ταξίδι της Κεντρικής Ασίας.
Η μικρασιατική απόβαση της HONDA CB 500X, που πραγματοποιήθηκε μετά από ένα ανιαρό ατμοπλοϊκό ταξίδι Πειραίας – Χίο – Τσεσμέ, ήταν πλέον γεγονός. Με το διαβατήριο σφραγισμένο και το βλέμμα στραμμένο ανατολικά, πάτησα μίζα και ξεκίνησα με προορισμό την Άγκυρα.
Καθοδόν όμως, μού ήταν αδύνατο να μην κάνω οπωσδήποτε μια στάση σε μια από τις πάμπολλες αρχαίες πόλεις που υπάρχουν διάσπαρτες στην αντίπερα αιγαιοπελαγίτικη ακτή και έγραψαν με λαμπρά γράμματα το όνομά τους στην παγκόσμια Ιστορία. Οι «χρυσοφόρες» Σάρδεις, που σύμφωνα με το Ηρόδοτο ιδρύθηκαν από τους γιους του Ηρακλή, αποτέλεσαν την επιλογή μου. Κάτω από έναν καυτό ήλιο, αντίκρισα έναν από τους επτά μεγαλύτερους ναούς του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Κτισμένος από τους διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου (Σελευκίδες), ο ιωνικός ναός της Άρτεμης συναγωνιζόταν σε μεγαλοπρέπεια τους τρεις μεγάλους ιωνικούς ναούς των Διδύμων, της Εφέσου και της Σάμου. Δέος και σεβασμός…
Η διαδρομή Άγκυρα – Σαμψούντα – Τραπεζούντα ήταν το τελευταίο ετάπ της HONDA CB 500 X επί τουρκικού εδάφους. Το ενδιαφέρον μου τράβηξε περισσότερο ο κόσμος της υπαίθρου, που για μένα πρεσβεύει το αυθεντικότερο και πιο παραδοσιακό κομμάτι της γείτονος χώρας.
Επιβεβλημένο όμως ήταν κι ένα “προσκύνημα” στον Πόντο, στην Μονή της Παναγίας Σουμελά στην Τραπεζούντα. Το ιστορικό μοναστήρι του Πόντου επί 16 αιώνες διατελούσε τον θεματοφύλακα της ελληνικής γλώσσας και ταυτότητας, ενώ παράλληλα εμψύχωνε και προστάτευε τον ελληνισμό της Ανατολής σε κάθε δύσκολη ιστορική στιγμή του. Κτισμένη σαν αετοφωλιά σε μια απόκρημνη πλαγιά του όρους Μελά, η Μονή Παναγίας Σουμελά αποτελεί την απόδειξη της μακραίωνης προσπάθειας ενός έθνους που διεκδικούσε και υπερασπιζόταν σθεναρά το δικαίωμα στην ιστορική του ύπαρξη. Μια ιστορία, μια παράδοση και ένας θρύλος αγκαλιάζουν σήμερα την Παναγία Σουμελά…
Ο Πόντος, άλλη μια χαμένη –αλλά όχι λησμονημένη– πατρίδα με αποχαιρέτησε και η Γεωργία, η επόμενη χώρα του δίτροχου οδοιπορικού μου, με καρτερούσε. Να μην της χαλάσω λοιπόν χατίρι…
ΣΤΗΝ ΠΑΝΕΜΟΡΦΗ ΓΕΩΡΓΙΑ
Κυριολεκτικά στο σταυροδρόμι της Ευρώπης με την Ασία, η Γεωργία, με την ιδιαίτερη ευρω-ασιατική αρχιτεκτονική της και τις δεκάδες γεωργιανού ρυθμού εκκλησίες της, μ’ έπιασε σφικτά από το χέρι και με ξενάγησε στα μέρη της: σε παλιές γειτονιές με ξύλινα κουρασμένα σπίτια, σε φαρδιούς δρόμους με πυκνοφυτεμένες δεντροστοιχίες, σε πετρόκτιστες μεσαιωνικές εκκλησίες, σε χορταριασμένα κάστρα, σε παρόχθια καφέ, παντού. Από το παραθαλάσσιο Batumi της Μήδειας και των Αργοναυτών ως την ιστορική Mtskheta (μια από τις αρχαιότερες πόλεις της χώρας), το δίτροχο οδοιπορικό μου με την HONDA CB 500X στη Γεωργία αποδείχθηκε μια ταξιδιωτική μαγεία…
Αυτή την φορά σνομπάρισα την κομψή Τιφλίδα. Για χάρη της Mtskheta, η οποία θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα θρησκευτικά κέντρα της χώρας, αφού οι μεσαιωνικές εκκλησίες της εκπροσωπούν με τον καλύτερο τρόπο την θρησκευτική γεωργιανή αρχιτεκτονική. Εξυπακούεται πως επισκέφθηκα τα δυο κορυφαία θρησκευτικά αξιοθέατα της Mtskheta, που συγκαταλέγονται στα σπουδαιότερα μνημεία της χριστιανικής αρχιτεκτονικής της Γεωργίας: τον Καθεδρικό ναό Svetitskhoveli (11ου αιώνα) και την Μονή Jvari (6ου αιώνα).
Από την Mtskheta βρέθηκα να ατενίζω κατόπιν την οροσειρά του Καυκάσου. Με ανυπομονησία περίμενα να σκαρφαλώσω στην τραχιά κορμοστασιά του και να περάσω στην Ρωσία. Η υπέρβαση του καταπράσινου Καυκάσου (στην διαδρομή Mtskheta – Vladikavkaz) αποτέλεσε ομολογουμένως μια ονειρική εμπειρία που αποτυπώθηκε για πάντα στο «σκληρό δίσκο» του μυαλού μου. Τα ορεσίβια τοπία εκπληκτικά, η κατάσταση του δρόμου άψογη και ο καιρός σύμμαχός μου. Τι άλλο ήθελα;
Η λευκή HONDA CB 500X ρολάρισε πάνω στην φημισμένη «Στρατιωτική Οδός» (Military Road), τον οδικό ομφάλιο λώρο που συνδέει την Γεωργία με την Ρωσία και ο οποίος κορυφώνεται στα 2.379 μ. (πέρασμα Jvari Pass), κάτω από την χιονισμένη κορυφή του όρους Kazbegi. Για να διατρέξω τα 160 χλμ. της διαδρομής σπατάλησα πάνω από 6 ώρες, αφού συνεχόμενες ήταν οι στάσεις μου προκειμένου να «αιχμαλωτίσω» το υπέροχο ορεινό τοπίο με άπειρα φωτογραφικά κλικ. Το μοναδικό αρνητικό στοιχείο της καυκάσιας υπερ–διαδρομής υπήρξε η αφάνταστη ταλαιπωρία των 4 ωρών (!) που πέρασα στα σύνορα Γεωργίας – Ρωσίας. Τέλος καλό, όλα καλά! Ρωσία τώρα…
ΔΥΟ ΠΟΛΥΠΑΘΕΣ ΠΟΛΕΙΣ
Το ταξίδι μου στην Ρωσία περιελάμβανε επισκέψεις σε δυο πολύπαθες πόλεις, που γνώρισαν την καταστροφή του πολέμου μέσα στον 20ο αιώνα. Grozny και Volgograd (ex-Stalingrad), αφού θρήνησαν και έθαψαν τα παιδιά τους, αναγεννήθηκαν μέσα από τις στάχτες και τα ερείπια που άφησε πίσω του ο ανθρώπινος παραλογισμός…
Στην απαστράπτουσα πρωτεύουσα της Τσετσενίας Grozny, τίποτα δεν θύμιζε τις πολύχρονες πολεμικές επιχειρήσεις (1990–2000) που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ των Ρώσων και των Τσετσένων αυτονομιστών. Ένα αίσθημα ηρεμίας και ασφάλειας με ακολουθούσε παντού, ενώ το ισλαμικό στοιχείο ήταν κυρίαρχο σε όλες τις εκφάνσεις της τοπικής καθημερινότητας…
Στο Volgograd ήταν καθήκον μου να (ξανά)επισκεφθώ το τεράστιο άγαλμα Kuran Kurgan (Μητέρα Πατρίδα), που βιγλίζει ολάκερη την πόλη και είναι αφιερωμένο στην μάχη του Στάλινγκραντ και στους ηρωικούς κατοίκους του. Στο κυκλικό μνημείο με την άσβεστη φλόγα δίπλα στην βάση του αγάλματος, υπήρχαν καταγεγραμμένα 7.777 ονόματα νεκρών Ρώσων, από τους περίπου 1.000.000 που σκοτώθηκαν στην διάρκεια της πολύμηνης πολιορκίας του Στάλινγκραντ κατά τον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο…
Και μετά την Ρωσία, Καζακστάν! Για τρεις μέρες ταξίδευα μέσα στο απόλυτο κενό του χάρτη, προσπαθώντας να διασχίσω τις επίπεδες στέπες του Καζακστάν, την πύλη εισόδου μου στην Κεντρική Ασία. Ατέρμονες ευθείες, τρομερή μοναξιά, “απελπισμένα” συναισθήματα, αφόρητη ζέστη (46ο C), βασανιστική σιωπή. Ευτυχώς που υπήρχαν οι καμήλες και έδιναν το δικό τους στίγμα στο τοπίο, σπάζοντας έτσι την καταραμένη μονοτονία της διαδρομής των 2.150 χλμ. (Oral – Aktobe – Aral – Shymkent). Καθοδόν, έκανα και μια στάση στο Κοσμοδρόμιο Βαϊκονούρ. Αφού από την NASA με είχαν απορρίψει, σκέφτηκα να απευθυνθώ στο αντίπαλο στρατόπεδο για να προσφέρω τις υπηρεσίες μου. Τελικά, μόνο μπροστά στην πύλη με άφησαν να πλησιάσω…
Περνώντας με μικρή απόσταση από τις όχθες της Αράλη, μοιραία ήρθε στο μυαλό μου η ανεπανόρθωτη περιβαλλοντική καταστροφή που έχει υποστεί η λίμνη. Την δεκαετία του 1960, οι Σοβιετικοί, θέλοντας να καταστήσουν το Ουζμπεκιστάν μια από τις μεγαλύτερες βαμβακοπαραγωγικές περιοχές του κόσμου, κατασκεύασαν τεράστια αρδευτικά κανάλια και άρχισαν να μεταφέρουν το νερό της Αράλη στο Ουζμπεκιστάν. Το μεγαλόπνοο σχέδιο μπορεί τελικά να πέτυχε, αλλά το κόστος για την Αράλη ήταν τεράστιο, αφού μόνο το 10% της αρχικής έκτασής της έχει πλέον απομείνει…
ΤΑ ΔΙΑΜΑΝΤΙΑ ΤΟΥ ΟΥΖΜΠΕΚΙΣΤΑΝ
Με καταγεγραμμένα 6.500 χλμ. από το ξεκίνημα του ταξιδιού, αντίκρισα τα πρώτα σπίτια της Τασκένδης, μόλις 20 χλμ. μακριά από την συνοριακή μεθόριο του Καζακστάν. Επιτέλους, άφηνα πίσω την καυτή έρημο και μπροστά με καλωσόριζε ο πολιτισμός.
Δυο μέρες είχα στην διάθεσή μου για ξεκούραση, ανασυγκρότηση και μια σύντομη περιήγηση στην πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν, η οποία, παρεμπιπτόντως, αποτελεί την πολυπληθέστερη πόλη της Κεντρικής Ασίας με 2.300.000 κατοίκους. Με λειτουργική ρυμοτομία, μοντέρνα κτίρια, χαρακτηριστική άνεση χώρων και αρκετό πράσινο, η μητρόπολη της Κεντρικής Ασίας μου αποκαλύφθηκε με δυο πρόσωπα: το παραδοσιακό και το σύγχρονο – και τα δυο ήταν εξίσου ελκυστικά και ενδιαφέροντα…
Πού κτυπούσε η καρδιά της πόλης; Μα φυσικά στα περιποιημένα πάρκα και στις πλατείες με τα εντυπωσιακά σιντριβάνια, ενώ οι πυκνές δεντροστοιχίες που διέτρεχαν τις κεντρικότερες λεωφόρους της πρωτεύουσας της χάριζαν αφειδώς μια πράσινη υπερχειλίζουσα ομορφιά. Ναι, στην Τασκένδη γαλήνεψε η ψυχή μου. Είμαι πλέον έτοιμος για το ραντεβού μου με το γαλάζιο μαργαριτάρι της Κεντρικής Ασίας, την μυθική Σαμαρκάνδη…
«Πολλοί άνθρωποι υποστηρίζουν ότι ταξιδεύοντας ανά τον κόσμο μπορείς να θαυμάσεις τις Πυραμίδες και το αινιγματικό χαμόγελο της Σφίγγας. Να απολαύσεις τα γαλάζια κύματα της Μεσογείου και να γονατίσεις ευλαβικά κάτω από τη σκιά της Ακρόπολης. Να ανακαλύψεις τη Ρώμη μέσα από το Κολοσσαίο και να εκστασιαστείς από την Παναγία των Παρισίων ή τον Καθεδρικό ναό του Μιλάνου. Όμως, αν μία μόνο φορά δεις τη Σαμαρκάνδη, θα αιχμαλωτιστείς από τη μαγεία της για πάντα»…
Εντελώς ασυναίσθητα ήρθαν στο μυαλό μου οι στίχοι ενός ανώνυμου ποιητή, όταν η λευκή HONDA CB 500X έβαζε ρόδα στην μυθική Σαμαρκάνδη, έναν από τους σημαντικότερους σταθμούς στην διαδρομή του μεταξένιου δρόμου. Το γαλάζιο μαργαριτάρι της Κεντρικής Ασίας αποδείχθηκε ένα ζωντανό μουσείο πολιτισμού, “προικισμένο” με πλινθόκτιστα τζαμιά, περίτεχνα διακοσμημένες ιερατικές σχολές, καραβάν σεράι και τεράστιους τιρκουάζ τρούλους. Αριστουργηματικά μνημεία της μεσαιωνικής ισλαμικής αρχιτεκτονικής, που μόνο δέος και θαυμασμό προκαλούν. Μετά από δυο μέρες περιπλάνησης στα μονοπάτια της τοπικής Ιστορίας και του μύθου, κατάλαβα πως ο ποιητής είχε τελικά δίκιο…
Μετά την γαλάζια Σαμαρκάνδη, ήρθε η σειρά να “οικειοποιηθώ” τα θέλγητρα της ξακουστής Μπουχάρα, που κουβαλά στους ώμους της μια ένδοξη ιστορία 2.500 ετών και καμαρώνει για τα διάσημα χειροποίητα χαλιά της…
Με περίπου 140 διατηρημένα μεσαιωνικά κτίσματα στα όρια της παλαιάς πόλης, η Μπουχάρα (το «Δεύτερο Ανατολίτικο Θαύμα» όπως την υμνούσαν οι ποιητές της Ανατολής), έμοιαζε να ξεπροβάλλει μέσα από τον φανταστικό κόσμο ενός ανατολίτικου παραμυθιού. Τι να πρωτοθαυμάσω; Τον μιναρέ Kalan, το κάστρο Ark, τις ιερατικές σχολές Abdul Aziz Khan, Ulugh Bek και Kukeldash, το μαυσωλείο του Ismail Samani, το τζαμί Chor Minar…
Όλα αποτελούσαν αυθεντικά δείγματα μεσαιωνικής ισλαμικής αρχιτεκτονικής, τα οποία είχαν ως δομικό υλικό τη λάσπη και τον πλίνθο και χαρακτηρίζονταν από ζεστές, γήινες αποχρώσεις και απέριττη διακόσμηση. Τα δυο απογεύματα που πέρασα στα τεϊοποτεία της δεξαμενής Labi Hauz ήταν από τις καλύτερες ίσως αναμνήσεις μου στη Μπουχάρα. Στο άκουσμα της καταγωγής μου, σχεδόν όλοι αναφέρονταν στο πέρασμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου από την χώρα, ενώ οι ιδιαιτερότητες και τα προβλήματα της καθημερινότητας των δυο λαών κρατούσαν κατόπιν ζεστή την συζήτηση μέχρι αργά…