Τι είδε το μαύρο Crypton στο Ιράν; Εξαίσια μνημεία-κοσμήματα αρχιτεκτονικής αρμονίας και κομψότητας, ανθρώπους αφοπλιστικά ευγενικούς και φιλόξενους, καμήλες στο φυσικό τους περιβάλλον, πολύβουα γοητευτικά παζάρια καιαισθησιακές γυναίκες τυλιγμένες με τα αέρινα τσαντόρ τους.
Το Ιράν είναι μια χώρα απρόβλεπτη. Από το πρώτο μέχρι το τελευταίο χιλιόμετρο. Εδώ μπορούν να σου συμβούν τα πάντα ή τίποτα. Ποτέ όμως αυτός ο τόπος δεν με φόβισε, απεναντίας, με σαγήνευε και με προκαλούσε να τον ανακαλύψω – για την Ιστορία, τον πολιτισμό και τους ανθρώπους του. Και παρόλο τις υστερίες και την παραπληροφόρηση των δυτικών Μ.Μ.Ε, τούτη την χώρα της Εγγύς Ανατολής θα εξακολουθώ να την επισκέπτομαι και να την τιμώ.
Τι σήμαινε όμως για το μικρό παπί το Ιράν; Για να διασχίσει απ’ άκρη σε άκρη την χώρα του Δαρείου, από τα σύνορα με την Τουρκία μέχρι τα σύνορα με το Πακιστάν, το Crypton έπρεπε να γράψει στο κοντέρ περί τα 2.500 χλμ., τα περισσότερα μέσα στην έρημο, παρέα με τις καμήλες.Εντάξει, ήταν πολλά τα χιλιόμετρα, αλλά η εποχή ήταν η ιδανικότερη –από άποψη θερμοκρασιών– για να ταξιδέψει τα παπί απροβλημάτιστα μέσα στο αμμώδες βασίλειο του Βαλουχιστάν.
Με μια σφραγίδα περισσότερη στο διαβατήριο και μια σελίδα λιγότερη στο πολύπτυχο της ΕΛΠΑ (CarnetdePassage), αποχαιρέτησα συνοριοφύλακες, τελωνειακούς και μαυραγορίτες και πήρα την κατηφόρα για την πόλη Μακού (20 χλμ. από τα σύνορα). Εδώ αποφάσισα τελικά να διανυκτερεύσω,παρά να συνεχίσω την πορεία μου στην πόλη Ταυρίδα(260 χλμ. ανατολικά των συνόρων). Χρειαζόμουν άλλωστε λίγο ξεκούραση μετά την συνοριακή ταλαιπωρία που είχε προηγηθεί, ενώ ήθελα συν τοις άλλοις να ανασυγκροτηθώ ενόψει των ιρανικών χιλιομέτρων, τσεκάροντας λάδια, ελαστικά και αλυσίδα. Άδικα όμως ανησυχούσα – στα πρώτα 2.000 χλμ. το μικρό παπί δεν ήθελε καμία φροντίδα.
Η απογευματινή βόλτα στην Μακού μου έδωσε την ευκαιρία να (ξανα) έρθω σε επαφή με την ιρανική πραγματικότητα. Αφού έφαγα δυο μερίδες από το αγαπημένο μου φαγητό (ρύζι με κεμπάπ) και ήπια το τσάι μου σ’ ένα γραφικό καφενείο χαζεύοντας την κίνηση του δρόμου, εμπιστεύτηκα κατόπιν το κεφάλι μου σ’ έναν κουρέα για να το ξαλαφρώσω. Αλλά όταν αποφάσισα να περιπλανηθώ στην πόλη με το Crypton, αμέσως θυμήθηκα πόσο επικίνδυνα και αψυχολόγητα οδηγούν οι ντόπιοι – σκέτοι δολοφόνοι οι τύποι. Μόλις σταμάτησα όμως μπροστά στην μάνικα για να βάλω καύσιμοτα ξέχασα όλα, αφού το σοκ που δοκίμασα ήταν μεγάλο αλλά ευτυχώς ευχάριστο: η τιμή της βενζίνης είχε 0,20 Ευρώ/λίτρο!To Crypton γέμιζε με περίπου 0,60 Ευρώ!! Μικρέ, και τα ρέστα καραμέλες…
Καλεσμένος σε γάμο
Την επομένη ξεκίνησα την ίδια ώρα που έπιανε δουλειά και ο ήλιος. Πρόγραμμα δεν είχα εκείνη την ημέρα, όπου με έπιανε η νύχτα θα κλείδωνα. Στα πρώτα 240 χλμ. ως την πόλη Ταυρίδα, ο οδικός άξονας, με μια μόνο λωρίδα ανά κατεύθυνση, περνούσε μέσα από πάμπολλα κουρδικά χωριά. Το ντεκόρ ήταν σχεδόν το ίδιο: ταπεινές πλίθινες κατοικίες δίχως υποδομή και μέλλον, ταλαιπωρημένοι χωματόδρομοι, φτωχοντυμένοι αγρότες και γελαστά παιδιά που με χαιρετούσαν στην άκρη του δρόμου.
Την Ταυρίδα την είδα μόνο από μακριά, αφού ο περιφερειακός με έδιωξε αμέσως για τα ανατολικά με κατεύθυνση την Τεχεράνη. Κάτω από τις ρόδες του Crypton άρχισε πλέον να τρέχει ένας άψογος αυτοκινητόδρομος ταχείας κυκλοφορίας, με λίγες όμως εξυπηρετήσεις καθοδόν. Και πήγαινα, πήγαινα, πήγαινα, λίγο έλειψε να με πάρει ο ύπνος στις ατέρμονες ευθείες της διαδρομής. Ευτυχώς, οι δυο δυνατοί φραπέδες που έφτιαξα καθοδόν (σέικερ και καφέδες υπάρχουν πάντα στις αποσκευές) κράτησαν τα βλέφαρά μου ανοιχτά και τα χέρια μου πάνω στο τιμόνι.
Μόλις ο ήλιος κόντευε να ακουμπήσει στη γη, είχα κάνει συνολικά 670 χλμ. Έπρεπε να σταματήσω. Η πιο κοντινή πόλη ήταν η Τακεστάν – βγήκα λοιπόν από τον αυτοκινητόδρομο και άρχισα να ψάχνω για κανέναν συνάδελφο με μηχανάκι. Τον πρώτο που εντόπισα, τον αγγάρεψα να με πάει στο κοντινότερο ξενοδοχείο, πράγμα που έκανε με μεγάλη του ευχαρίστηση.
Το μόνο που κοίταξα από το ξενοδοχείο ήταν να μην υπάρχει εκεί κοντά τζαμί, γιατί σ’ αυτήν την περίπτωση, ο μουεζίνης θα με ξύπναγε 2-3 φορές μέσα στην νύχτα με την αγριοφωνάρα του από τα μεγάφωνα του τζαμιού. Κι όμως την πάτησα, εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα σχεδόν καθόλου. Αιτία, η γαμήλια δεξίωση που πραγματοποιήθηκε στην κεντρική αίθουσα του ξενοδοχείου, στην οποία μάλιστα ήμουν και καλεσμένος. Έτυχε να ξεφορτώνω το παπί όταν κατέφτασε ο γαμπρός με τους συγγενείς του. «Είσαι καλεσμένος στο γλέντι μου, σε περιμένω να κατέβεις κάτω».
Άλλο που δεν ήθελα κι εγώ, να το ρίξω λίγο έξω βρε αδελφέ… Τελικά όμως δεν άντεξα πάνω από 2 ώρες στο τραπέζι. Αποσύρθηκα διακριτικά στο δωμάτιό μου, αλλά η μουσική ήταν τόσο δυνατά, που κατάφερα να σφαλίσω τα βλέφαρά μου μόνο για κανά 2-3 ώρες. Απορώ πως οδήγησα την επομένη ως το Εσφαχάν.
Φιλοξενούμενος στο μυθικό Εσφαχάν
Η έρημος δεν άργησε να κάνει την εμφάνισή της, αφότου εγκατέλειψα την Τακεστάν με προορισμό το μυθικό Εσφαχάν (460 χλμ.). Ένα ξερό κι άνυδρο επίπεδο τοπίο άρχισε πλέον να πρωταγωνιστεί, ενώ λιγοστές ήταν οι πόλεις και οι οικισμοί που επισκεπτόταν η κεντρική αρτηρία της ερήμου. Ήταν πάντως η πρώτη φορά -στα είκοσι χρόνια που ταξιδεύω στο Ιράν- που διέσχιζα την έρημο με ευχάριστες θερμοκρασίες (25-27 βαθμούς Κελσίου). Όλες τις προηγούμενες φορές ήταν καλοκαίρι και μοιραία βίωνα την καυτή πραγματικότητα της ιρανικής ερήμου.
…η ομορφιά του Ισφαχάν σου κλέβει το μυαλό… πριν το καταλάβεις, το Ισφαχάν έχει γίνει ανεξίτηλη εικόνα και έχει διεισδύσει στον προσωπικό θησαυρό εικόνων ομορφιάς που έχει ο καθένας μας…
Φτάνοντας στο μυθικό Εσφαχάν βρισκόμουν στην 6η μέρα του ταξιδιού, ενώ ταυτόχρονα είχα καλύψει και την μισή περίπου ιρανική διαδρομή. Τι σήμαινε όμως αυτό για το Crypton; Ήταν καιρός να τους αλλάξω τα λάδια. Σταμάτησα λοιπόν σ’ ένα από τα πολλά λιπαντήρια που υπήρχαν στο δρόμο και με τα λάδια παραμάσχαλα ζήτησα λίγο χώρο για να κάνω την αλλαγή. Ο νεαρός μηχανικός που προσφέρθηκε να με βοηθήσει, μαθαίνοντας την καταγωγή μου, προσφέρθηκε αμέσως να με φιλοξενήσει σπίτι του. Έτσι, το ίδιο βράδυ, βρέθηκα να τρώω με την οικογένεια του Αντίμ σ’ ένα ταπεινό σπίτι στις δυτικές συνοικίες του Εσφαχάν, τρώγοντας και συζητώντας μέχρι αργά το βράδυ. Κι επειδή άδειο κρεβάτι δεν υπήρχε για να κοιμηθεί ο φιλοξενούμενος, τα δυο παιδιά του Αντίμ κοιμήθηκαν μαζί στο ένα κρεβάτι και εγώ στο άλλο.
Το Ισφαχάν θεωρείται το αριστούργημα του Ιράν, μια από τις ωραιότερες πόλεις στον ισλαμικό κόσμο. Τον θεμέλιο λίθο έβαλε η δυναστεία των Αχαιμενιδών πριν από περίπου 2.500 χρόνια, αλλά η πόλη-όαση του Κεντρικού Ιράν άγγιξε την μέγιστη ακμή της τον 17ο αιώνα, όταν ο Σάχης Αμπάς Α΄ ο Μέγας στόλισε το Ισφαχάν με μνημειώδη κτίσματα, πραγματικά αριστουργήματα της ισλαμικής αρχιτεκτονικής.Οι Ιρανοί ονομάζουν το Ισφαχάν «Νεσφ ε Τζαχάν», που σημαίνει το « Ήμισυ του Κόσμου» (εννοώντας ότι όταν το δει κάποιος είναι σαν να έχει δει τον μισό κόσμο), ενώ ο γνωστός Βρετανός ταξιδιωτικός συγγραφέας και ιστορικός τέχνης Ρόμπερτ Μπάιρον, όταν επισκέφθηκε για πρώτη φορά το 1934 τη θρυλική πόλη του Ιράν, υποστήριζε ότι: «…η ομορφιά του Ισφαχάν σου κλέβει το μυαλό… πριν το καταλάβεις, το Ισφαχάν έχει γίνει ανεξίτηλη εικόνα και έχει διεισδύσει στον προσωπικό θησαυρό εικόνων ομορφιάς που έχει ο καθένας μας…».
Με τον Αντίμ για ξεναγό, την επομένη περιηγήθηκα στα ιστορικά και θρησκευτικά μνημεία του γαλάζιου Εσφαχάν, που ήταν από τους σημαντικότερους σταθμούς των καραβανιών στον πανάρχαιο Δρόμο του Μεταξιού. Ιερατικές σχολές, βασιλικά παλάτια, γαλάζιοι μιναρέδες, περίτεχνες γέφυρες και σκεπαστά παζάρια αντικατοπτρίζουν την πορεία της πόλης –αλλά και του Ιράν– μέσα στο χρόνο και αποτυπώθηκαν με εκατοντάδες κλικ στην κάρτα της φωτογραφικής μηχανής. Εσφαχάν σε λατρεύω, Αντίμ σε ευχαριστώ…
Ένα δώρο για τον μικρό αδελφό
Μετά την διήμερη ξεκούραση, παπί και αναβάτης ξεκινήσαμε νωρίς τα ξημερώματα την πορεία μας προς τον ιρανικό νότο με κατεύθυνση την πόλη Κερμάν (685 χλμ.). Τρεις ήταν οι λέξεις στο λεξικό της διαδρομής: ευθεία, έρημος, μοναξιά. Τα χιλιόμετρα περνούσαν βασανιστικά, το MP3 δεν σταματούσε να παίζει και ο λογισμός μου «περπατούσε» παντού: στα προηγούμενα και στα επόμενα χιλιόμετρα του ταξιδιού, στην Ελλάδα, στην οικογένειά μου, στους φίλους, στις φοβίες μου, στα όνειρά μου… Υπήρχαν στιγμές που έπιανα τον εαυτό μου στα πρόθυρα του ύπνου και αναγκαζόμουν να βάζω δυνατά την μουσική στο MP3 για να μένω ξύπνιος – και φυσικά, αρκετές στάσεις για νερό και φραπεδάκι.
Στα τέσσερα μπλόκα της διαδρομής Εσφαχάν – Κερμάν, τα ραντάρ των αστυνομικών δεν έδειξαν κάποια υπέρβαση του ορίου ταχύτητας από το Crypton, αλλά οι ίδιοι έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το άτομο μου όταν τους γνωστοποίησα την εθνική μου καταγωγή. Εκτός από διάπλατα χαμόγελα, δέχτηκα κι έναν καταιγισμό ερωτήσεων – μέχρι την σύνθεση της Εθνικής ομάδας Ποδοσφαίρου της Ελλάδας στο μουντιάλ της Βραζιλίας με ρώτησε ένας νεαρός ένστολος…
Το μόνο ενδιαφέρον πάντως που παρουσίαζε η διαδρομή ήταν τα δεκάδες χωριά με τις πλινθόκτιστες κατοικίες. Οικοδομημένα με ευτελή υλικά (λάσπη, πέτρες και ξύλα) και κτισμένα σύμφωνα με την τοπική οικιστική παράδοση και αρχιτεκτονική, τα σπίτια στα χωριά της ιρανικής ερήμου αποτελούσαν ένα οικιστικό σύνολο αλλοτινών εποχών που γοήτευαν την ματιά μου με την απλότητα και την χρηστικότητά τους.
Εικόνες από άλλες εποχές είχα την ευκαιρία να δω, ωστόσο, και στο σκεπαστό παζάρι του Κερμάν, που βρισκόταν στην καρδιά της πόλης και έλκει την καταγωγή του από τον 12ο αιώνα, όταν η πόλη αποτελούσε έναν σημαντικό σταθμό πάνω στον περίφημο εμπορικό Δρόμο του Μεταξιού. Εδώ, μέσα σ’ ένα εμπορικό λαβύρινθο, ήχοι, αρώματα, χρώματα και ετερόκλιτα εμπορεύματα συνιστούσαν ένα ταξίδι στον γοητευτικό κόσμο της αιώνιας Ανατολής. Μήπως τυγχάνει να γνωρίζετε το προϊόν για το οποίο είναι διάσημο το Κερμάν; Δεν θυμάστε; Ανοίχτε την τηλεόραση και δείτε την γνωστή Δέσποινα Μοιραράκη να διαφημίζει τα μπορντο-κοκκινο- πορτοκαλιά χειροποίητα χαλιά του Κερμάν!
Στο χώρο του παζαριού δεν με πλησίασε κάποιος πωλητής χαλιών, αντίθετα, ήρθε και μου συστήθηκε μόνος του ο Ομάρ, ένας καλοστεκούμενος 65χρονος, άριστος γνώστης της αγγλικής γλώσσας. Η συζήτησή μας δεν άργησε να στραφεί στην πολιτική κατάσταση της χώρας και γι’ αυτό τον λόγο ο Ομάρ με κάλεσε να τα πούμε σπίτι του πίνοντας ένα φλιτζάνι τσάι (εδώ και οι τοίχοι έχουν αυτιά, μου εκμυστηρεύτηκε). Απόστρατος χειριστής ελικοπτέρου στον στρατό του πρώην βασιλιά Σάχη, ήταν από τους ανθρώπους που είδαν την ζωή και την καριέρα του να καταστρέφεται μετά την Ισλαμική επανάσταση, αφού ανήκε στο προηγούμενο καθεστώς. Δυστυχώς, δεν είχε προλάβει να φύγει από το Ιράν μετά την επανάσταση και εγκλωβίστηκε εδώ. Είδε την περιουσία του να δεσμεύεται, τα δυο παιδιά του να φυλακίζονται για περίπου 2 χρόνια, ενώ ο ίδιος αναγκάστηκε να παραιτηθεί και να αλλάξει επάγγελμα, κάνοντας τον ταξιτζή…
Ο μόνος από την οικογένειά του που στάθηκε τυχερός ήταν ο μικρός του αδελφός, που κατάφερε να διαφύγει από το Ιράν το 1980. Η έκπληξή μου ήταν τεράστια όταν ο Ομάρ μου είπε ότι ο αδελφός του μένει μόνιμα τα τελευταία 20 χρόνια στην Ελλάδα (συγκεκριμένα στην Θεσσαλονίκη). Υποσχέθηκα στον Ομάρ να δώσω εγώ προσωπικά στον αδελφό του το μικρό δώρο που μου έδωσε στα χέρια συγκινημένος, μαζί με την γυναίκα του.
Επικίνδυνες καταστάσεις
Η συνοριακή πόλη Ζαχεντάν (520 χλμ. ανατολικά τουΚερμάν) ήταν η τελευταία πόλη του Ιράν. Μετά με περίμενε το Πακιστάν, ένας τόπος δύσκολος, επικίνδυνος, θανάσιμος. Μέχρι να φτάσω όμως στα σύνορα του Πακιστάν, έπρεπε να παλέψω με τον υδράργυρο που είχε πλέον εδραιωθεί σταθερά πάνω από τους 38 βαθμούς Κελσίου. Ήταν το θερμό καλωσόρισμα της ερήμου Βαλουχιστάν, της Γεδρωσίας του Μεγαλέξανδρου. Θυμόμουν το διαβολικό κρύο της Ανατολικής Τουρκίας και γελούσα πικρά…
Μετά τις 11:00 το πρωί, ο υδράργυρος, ακολουθώντας μια γρήγορη ανοδική πορεία, κατέληξε αργά το μεσημέρι στους 41 βαθμούς Κελσίου. Άρχισα να δυσφορώ μέσα στο μπουφάν, η ζελατίνα του κράνους παρέμεινε συνεχώς ανοικτή και ο ιδρώτας αυλάκωνε όλο μου το κορμί. Κουράγιο Κώστα, άλλες εποχές περνούσες από εδώ με θερμοκρασίες κόλασης (52-54 βαθμούς Κελσίου).
Το μαύρο παπί συνέχιζε πάντως ακάθεκτο την πορεία του μέσα στο λιοπύρι της απόλυτα επίπεδης ερήμου. Από δω και πέρα, ως την πόλη Κουέτα του Πακιστάν (για τα επόμενα 1.100 χλμ.), αυτή θα ήταν η ζεστή καθημερινότητά μας. Σε αυτό ακριβώς το κομμάτι της διαδρομής (μεταξύ των πόλεων Βαμ και Ζαχεντάν) χρειάστηκε να χρησιμοποιήσω για πρώτη φορά το εφεδρικό ντεπόζιτο βενζίνης που είχα μαζί – για μια απόσταση 180 χλμ. δεν υπήρχε πρατήριο καυσίμων. Οι πληροφορίες των ντόπιων αποδείχτηκαν σωτήριες…
Η συνοριακή πόλη Ζαχεντάν δεν φημίζεται για την ασφάλειά της. Πολύ κοντά στα σύνορα με το Πακιστάν και το Αφγανιστάν, η ιρανική πόλη τα τελευταία χρόνια έχει καταστεί κόμβος λαθρεμπορίου όπλων και ναρκωτικών από τις δυο γειτονικές χώρες. Εδώ συναντάς τα καλύτερα παιδιά, όλοι με τα Καλάσνικοφ κάτω από τα ρούχα. Κι όταν πέσει το σκοτάδι στην πόλη, οι ξένοι τρέχουν στην ασφάλεια του ξενοδοχείου – ούτε σκέψη για νυχτοπερπατήματα.Το ίδιο φυσικά έκανα κι εγώ…
Για τους λιγοστούς οδικούς ταξιδιώτες που φτάνουν εδώ, η Ζαχεντάν αποτελεί έναν τελευταίο σταθμό ανασυγκρότησης, πριν ξεκινήσουν το δύσκολο ταξίδι στο Πακιστάν. Μετά το ιρανικό συνοριακό φυλάκιο Mirjave (απέχει 90 χλμ. ανατολικά της Ζαχεντάν), τα πράγματα αγριεύουν πολύ, αφού μπαίνεις κατόπιν σε μια (ανεπίσημη) εμπόλεμη ζώνη. Ειδικά τα πρώτα 640 πακιστανικά χιλιόμετρα, από τα σύνορα ως την πόλη Κουέτα, η κατάσταση τα τελευταία χρόνια είναι ανεξέλεγκτη και άκρως επικίνδυνη για τους ξένους ταξιδιώτες.
Το τελευταίο περιστατικό στη συγκεκριμένη περιοχή σημειώθηκε πριν από περίπου έναν χρόνο, τον Μάρτιο του 2013, όταν δυο Τσέχοι ποδηλάτες έπεσαν θύματα απαγωγής από αγνώστους. Οι τρεις στρατιώτες που τους συνόδευαν βρέθηκαν νεκροί δίπλα στα ποδήλατα των τουριστών, ενώ έκτοτε καμία απολύτως πληροφορία δεν υπάρχει για τους δυο άτυχους Τσέχους – προφανώς τους απήγαγαν Ταλιμπάν για να τους ανταλλάξουν κάποια στιγμή με δικούς τους αιχμάλωτους μαχητές.
Με όλες τούτες τις σκέψεις να μου ταλανίζουν το μυαλό, άντε τώρα να κοιμηθώ! Αύριο «παιζόταν» όλο το ταξίδι, και ίσως η ίδια μου η ζωή…